Προς το τέλος της ζωής του ο Kertesz, ο μεγάλος δάσκαλος, όταν πλέον είναι μόνος χωρίς την αγαπημένη του Elisabeth και ενώ δεν βλέπει πια καλά και τα χέρια του τρέμουν, χρησιμοποιεί μια Polaroid πάνω σε τρίποδο και έγχρωμο φιλμ. Στη μνήμη τής Elisabeth κατασκευάζει διάφορες «νεκρές φύσεις» από αγαπημένα αντικείμενα, που τοποθετεί κοντά στο παράθυρο, ανάμεσα στην παλιά του αλληλογραφία και στα βιβλία του. Κάνει μερικά αυτοπορτραίτα και καμιά φορά φωτογραφίζει και την πλατεία από κάτω, όπου πάντα υπάρχει το ανθρώπινο στοιχείο, αλλά ακόμα πιο απόμακρο τώρα. Παρά τη φυσική του αδυναμία, οι φωτογραφίες του μοιάζουν και πάλι να ξεπηδούν εύκολα. Κυριαρχούν και εδώ η περιέργεια και ο θαυμασμός τού καλλιτέχνη, η ανάγκη τής έκφρασης, ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ.