web analytics

Sabine Weiss

Η Sabine Weiss (Σαμπίνε Βάις) 1924 – 2021, παρουσίαση Έφη Τσακάλη

Η Sabine Weiss (Σαμπίνε Βάις) 1924 – 2021

Η φωτογράφος Sabine Weiss θεωρείται από τους πρωτοπόρους της φωτογραφίας δρόμου και του ντοκουμέντου. Αποτέλεσε μέλος της λεγόμενης γαλλικής ανθρωπιστικής σχολής ασπρόμαυρης φωτογραφίας. Βασικοί εκπρόσωποι αυτής της σχολής είναι οι: Willy Ronis, Brassai, Izis και ο Robert Doisneau.

Στα έργα των εκπροσώπων αυτής της σχολής που άνθισε κατά τη μεταπολεμική περίοδο συναντάμε εικόνες της ζωής του δρόμου. Οι δρόμοι του Παρισιού και τα προάστια έγιναν το πεδίο δράσης τους και το φωτογραφικό ενδιαφέρον στρέφεται στην καθημερινότητα, σε σκηνές ασήμαντες και μη που συναντάμε και ίσως δε δίνουμε καν σημασία. Δρόμοι, πάρκα, γιορτές, καφετέριες, μπαρ και άλλα μέρη προσφέρουν άφθονο υλικό, και αποτυπώνουν την κοινωνία όπως ζει και αναπνέει. Τα έργα αυτά αποτελούν συχνά ένα μείγμα κοινωνικού ρεαλισμού και ποίησης.

Στα χρόνια αυτά μετά τον πόλεμο, στη Γαλλία αναπτύσσεται ένα αίσθημα εθνικής αισιοδοξίας το οποίο υπερκέρασε το αίσθημα υποτίμησης που είχε αφήσει η γερμανική κατοχή, όπως λέει η Weiss σε συνέντευξή της. Δημιουργικά χρόνια!

Η Weiss αναφερόταν στις φωτογραφίες της ως οι θύμισες των σύντομων ζωών μας.

“Φωτογραφίζω για να διατηρήσω το εφήμερο, να αιχμαλωτίσω το ευκαιριακό, να κρατήσω σε μια εικόνα ό,τι θα εξαφανιστεί: χειρονομίες, στάσεις, αντικείμενα που είναι μαρτυρίες για το πέρασμά μας.”

Βιογραφικά

Η Weiss γεννήθηκε το 1924 στην Ελβετία. Αγόρασε την πρώτη μηχανή της σε ηλικία 8 ετών, φωτογραφική μηχανή με βακελίτη. Ο πατέρας της, ο οποίος ήταν χημικός μηχανικός, τη βοήθησε στα πρώτα της βήματα. Στο σπίτι τους έφτιαξαν σκοτεινό θάλαμο και εκεί πειραματίστηκε με διάφορες τεχνικές τυπώματος. Η μητέρα της φρόντισε να τη φέρει σε επαφή με την τέχνη από μικρή ηλικία.

Έχει πει: «συνειδητοποίησα πολύ μικρή ότι η φωτογραφία θα ήταν το μέσο έκφρασής μου. Ήμουν περισσότερο οπτικός παρά διανοητικός τύπος… Δεν ήμουν πολύ καλή στη μελέτη».

Σε ηλικία 15 ετών η Weiss ξεκίνησε να μαθητεύει στο φωτογραφικό στούντιο της οικογένειας Boissonnas, που θεωρούταν ελίτ στο χώρο της φωτογραφίας στη Γενεύη και εκεί έμαθε φωτογραφική σύνθεση αλλά και να πειραματίζεται με το φωτογραφικό της στυλ.

Το 1945, ανοίγει στη Γενεύη το δικό της στούντιο. Οι πρώτες της δουλειές ήταν διαφημιστική φωτογραφία, πορτραίτα και ρεπορτάζ. Την ίδια χρονιά, στα 21 της δημοσιεύει την πρώτη της φωτογραφία.

Στη Γενεύη η Weiss γνωρίζεται με τη Γαλλοεβραϊκή κοινότητα και το 1946, όταν μετακομίζουν στο Παρίσι, μετακομίζει και αυτή. Γνωρίζεται με το φωτογράφο μόδας και πορτραιτίστα, Willy Maywald, και γίνεται βοηθός του. Εργάζεται μαζί του για 4 χρόνια, χρησιμοποιώντας το στούντιο του για τις εμπορικές της δουλειές και το σκοτεινό του θάλαμο για να αναπτύξει την προσωπική της δουλειά. Μέσω της συνεργασίας της με τον Maywald, αποκτά πρόσβαση στο χώρο της μόδας και το 1947 δουλεύει για τον Christian Dior.

Έχει πει για την εμπειρία της εκεί: “Δούλεψα σε ασύλληπτες συνθήκες σήμερα – χωρίς νερό ούτε τηλέφωνο – αλλά μαζί του, με τον Maywald,  κατάλαβα τη σημασία του φυσικού φωτός. Το φυσικό φως ως πηγή συναισθήματος”

To 1949 γνωρίζει το ζωγράφο Hugh Weiss, παντρεύονται και κάπου εκεί η Weiss ξεκινάει την καριέρα της ως ανεξάρτητη φωτογράφος. Ο Weiss την ενθάρρυνε στη χρήση του χρώματος στη φωτογραφία. Το 1950, ξεκινά να δουλεύει με το φωτογράφο Alban και ταξιδεύει στις Βρυξέλλες και στο Κάιρο. Κατά τη συνεργασία αυτή, το φως την εμπνέει να αρχίσει να εργάζεται σωστά με τα χρώματα. Πολλές από τις φωτογραφίες αυτής της περιόδου δημοσιεύτηκαν στη Vogue, στο Life, στο Holiday, στο Time, etc.

Η Weiss κοινωνικοποιείται σε καλλιτεχνικούς κύκλους του Παρισιού και φωτογραφίζει πολυάριθμους καλλιτέχνες, μουσικούς, συγγραφείς και ηθοποιούς, όπως τους Georges Braque, Joan Miró, Alberto Giacometti, André Breton, Françoise Sagan,  Brigitte Bardot, Igor Stravinsky και άλλους.

Το 1952, Ο Doisneau ανακαλύπτει τις φωτογραφίες της στη Vogue και της προσφέρει δουλειά στο Rapho Agency. Να πούμε εδώ ότι το Rapho ιδρύθηκε το 1933 στο Παρίσι και αγκάλιασε την ουμανιστική φωτογραφία και την πλειοψηφία των εκπροσώπων της. Αρχικά, ο Rapho δουλεψε με κάποιους ούγγρους φωτογράφους όπως ο Brassai αλλά στην πορεία επεκτάθηκε και σε άλλους φωτογράφους. Την ίδια χρονιά υπογράφει εννιαετές συμβόλαιο με τη Vogue. O Charles Rado, ιδρυτής και εκπρόσωπος του πρακτορείου στη Νέα Υόρκη, προωθεί ένθερμα τη δουλειά της Weiss. Κάνει εκθέσεις και αποκτά μακροχρόνια συμβόλαια με περιοδικά όπως The New York Times Magazine, Life, Newsweek, Esquire κλπ.

Και φτάνουμε στο 1955 όπου η Weiss παίρνει μέρος στην έκθεση του Steichen The Family of Man με 3 φωτογραφίες της.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η δουλειά της επέστρεψε στο προσκήνιο χάρη στην αυξανόμενη αναβίωση του ενδιαφέροντος για τη λεγόμενη ουμανιστική φωτογραφία για λογαριασμό φεστιβάλ και ιδρυμάτων. Αυτό το ενδιαφέρον ενθάρρυνε τη Weiss να επιστρέψει στην ασπρόμαυρη φωτογραφία. Σε ηλικία άνω των εξήντα ετών, ξεκίνησε ένα νέο σύνολο προσωπικής δουλειάς, που χαρακτηρίζεται από τα ταξίδια της στη Γαλλία, την Αίγυπτο, την Ινδία, τη Βουλγαρία και τη Βιρμανία, με επίκεντρο τις μοναχικές στιγμές της ανθρώπινης ύπαρξης. Ταυτόχρονα, η Weiss έγινε το επίκεντρο ενός αυξανόμενου αριθμού αφιερωμάτων, τα οποία συνέβαλαν στη φήμη της ως ανεξάρτητης και δυναμικής φωτογράφου, με μεγάλη ουμανιστική ευαισθησία και προσοχή στη λεπτομέρεια της καθημερινότητας.

H Weiss ζούσε από τη φωτογραφία αλλά υπήρχε ένα κομμάτι της φωτογραφικό που ήταν άσχετο από τη δουλειά της. Αυτό ήταν το προσωπικό της έργο. Έχει πει: “σκέφτηκα ότι εφόσον η φωτογραφία μου αρέσει τόσο πολύ, γιατί να μην το κάνω ως επάγγελμα. Από την αρχή όμως έπρεπε να ζω από τη φωτογραφία, δεν ήταν κάτι καλλιτεχνικό. Ήταν μια χειροτεχνία, ήμουν μια τεχνίτης της φωτογραφίας.”

Σε συνεντεύξεις της κάνει ξεκάθαρη διάκριση ανάμεσα στη λεγόμενη ουμανιστική φωτογραφία και στο έργο που παράχθηκε ως αποτέλεσμα της εργασίας της, δλδ ήταν προϊόν αναθέσεων. Έχει πει: «για να κάνεις ουμανιστική φωτογραφία πρέπει να είσαι παντού. Να βρίσκεσαι στους δρόμους , στις πόλεις, στα προάστια, στην εξοχή. Χρειάζεται χρόνος. Και για να έχεις χρόνο, πρέπει να φας. Και έτσι το επάγγελμά μου εξασφάλιζε τα προς το ζην, κάνοντας πολύ διαφορετικά, πιο τεχνικά πράγματα.»

Φωτογράφισε παρόλα αυτά με πάθος, ακούραστα, τους ανθρώπους, τη ζωή τους και τα παιδιά. Έλεγε: «Μου αρέσει να φωτογραφίζω παιδιά και ηλικιωμένους, οι μάσκες τους πέφτουν πιο εύκολα.»

Έχει πει σε άλλη συνέντευξη: “Μια φωτογραφία για να είναι δυνατή πρέπει να μας μιλάει για την ανθρώπινη κατάσταση. Οφείλει να μας μεταφέρει το συναίσθημα που αισθάνθηκε ο φωτογράφος μπροστά στο θέμα του.”

Και η αλήθεια είναι πως η Weiss ήταν εξαιρετικά ταλαντούχα στη δημιουργία σύνδεσης με τους ανθρώπους στις φωτογραφίες της. Σα να εμπλέκεται με το θέμα της. Οι φωτογραφίες της χαρακτηρίζονται από ζεστασιά, που σε πλημμυρίζει σα θεατή. Ειδικά οι φωτογραφίες παιδιών που έχει τραβήξει. Στο σημείο αυτό συγκρίνεται συχνά με τον Bresson ο οποίος θεωρείται ότι φωτογράφιζε με μεγαλύτερη απόσταση ανάμεσα στον ίδιο και στα θέματά του.

Θα παρατηρήσουμε συχνά πως φωτογραφίζει παιδιά με ηλικιωμένους ανθρώπους, όπως αναφέραμε πιο πάνω, ως τα δυο πρόσωπα της ευαλωτότητας. Έλεγε: «Δε μου αρέσουν τα πράγματα που μοιάζουν προκλητικά. Προτιμώ τη νηφαλιότητα. Δεν έχει να κάνει με το τι μας αρέσει σα θέμα αλλά με το τι μας συγκινεί. Πρέπει να προχωράς πέρα από την απλή αποτύπωση του περιστατικού, αυτού που βλέπεις. Θα ήθελα να ενσωματώσω τα πάντα σε μια στιγμή φωτογραφική. Την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης να την εκφράσω με τα λιγότερα μέσα»

Σταμάτησε να φωτογραφίζει το 2011. Αν και τότε είχε μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή και αναρωτιόταν για την ευκολία με την οποία μπορούσε να απαθανατίσει αυθόρμητες σκηνές στο δρόμο, διαπίστωσε με απογοήτευση ότι οι καιροί είχαν αλλάξει: Παρά (ή ίσως λόγω) της πανταχού παρουσίας των καμερών , οι άγνωστοι ήταν επιφυλακτικοί να την αφήσουν να τους βγάλει τη φωτογραφία.

Η Weiss το 2017 δώρισε ολόκληρο το αρχείο της, συμπεριλαμβανομένων 200.000 αρνητικών, πολλά από τα οποία δεν έχουν εμφανιστεί ποτέ δημόσια, στο Musée de l’Elysée στη Λωζάνη της Ελβετίας και το 2020 κέρδισε το βραβείο φωτογραφίας Kering’s Women in Motion.

Πέθανε το 2021.

Έφη Τσακάλη

Το βίντεο από την παρουσίαση στις 24ης Απριλίου 2024

Την Τετάρτη 24 Απριλίου 2024, στην Ομάδα Φωτογραφίας της Βιβλιοθήκης Λιβαδειάς, έγινε η παρουσίαση της Γαλλοελβετίδας φωτογράφου Sabine Weiss από την Έφη Τσακάλη.

Δείτε και κατεβάστε το βίντεο της παρουσίασης πατώντας εδώ

Δαμιανός Μωραΐτης