Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στην πόλη Κολούμπια της Νότιας Καρολίνας των HΠΑ από Έλληνες γονείς.
Με τη φωτογραφία ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή στα δεκατρία του χρόνια, ως μέλος της φωτογραφικής λέσχης του σχολείου του.
Στο πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε Αγγλική Φιλολογία, ανακάλυψε το έργο του φωτογράφου Henri Cartier − Bresson.
Έχοντας βρει τον μέντορά του, απέκτησε αμέσως την πρώτη του μηχανή Leica και πραγματοποίησε λήψεις σ’ ένα μικρό νησί απέναντι από τα παράλια της Νότιας Καρολίνας.
Στα δεκαεννιά του χρόνια προσελήφθη ως επίσημος φωτογράφος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστόνης.
Η συνεργασία αυτή οδήγησε στην έκδοση του πρώτου του βιβλίου, με τον τίτλο Portrait of a Symphony, το 1961.
Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας το 1954 και για τα επόμενα δύο χρόνια υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό.
Μετά τη στρατιωτική του θητεία εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και εργάστηκε ως επαγγελματίας φωτογράφος για τα περιοδικά Esquire, Life και Look.
Από το 1961 έως το 1963 έζησε στην Ελλάδα − φωτογραφίες του από την περίοδο εκείνη συμπεριλήφθηκαν στο λεύκωμα A Greek Portfolio, το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1972
Η φωτογραφική αυτή σειρά έχει παρουσιαστεί, μεταξύ άλλων, στο Ινστιτούτο Τέχνης στο Σικάγο και στην Εθνική Βιβλιοθήκη στο Παρίσι.
Από το 1963 είναι μέλος του διεθνούς πρακτορείου Magnum Photos.
Εκτός από το Portrait of a Symphony και το A Greek Portfolio, έχει επίσης εκδώσει τα εξής βιβλία: Bostonians, American Color και American Color 2.
Φωτογραφίες του βρίσκονται στις μόνιμες συλλογές σημαντικών ιδρυμάτων όπως του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη, του Μουσείου Καλών Τεχνών στη Βοστόνη, του Ινστιτούτου Τέχνης στο Σικάγο, του Μουσείου Καλών Τεχνών στο Χιούστον, της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο Παρίσι, του Μουσείου Τέχνης Chrysler στο Νόρφολκ, του George Eastman House στο Ρότσεστερ, του Μουσείου Τέχνης στην Ατλάντα, καθώς και του Μουσείου Μπενάκη.
Το 2003 απέσπασε το βραβείο Leica Medal of Excellence ανάμεσα σε 250 φωτογράφους.
Δείτε τι λέει ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Μάνος στο προλογικό του σημείωμα στο βιβλίο «A Greek Portfolio οι άγνωστες φωτογραφίες» που κυκλοφόρησε με την εφημερίδα «Τα Νέα» με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης στο Μουσείο Μπενάκη:
«Το 1964 επέστρεψα από την Ελλάδα στην Αμερική έχοντας μαζί μου ασπρόμαυρα φιλμ από φωτογραφίσεις περίπου δύο ετών.
Θα ακολουθούσε το δυσκολότατο εγχείρημα της εκτύπωσης των φωτογραφιών για ένα βιβλίο − το οποίο θα τιτλοφορούνταν A Creek Portfolio.
Επί δύο χρόνια τύπωνα, και εντέλει επέλεξα 320 αργυροτυπίες 26×32 εκ., από τις οποίες οι 112 θα χρησιμοποιούνταν στην πρώτη έκδοση του A Greek Portfolio το 1972.
Οι υπόλοιπες 208 εκτυπώσεις αποθηκεύτηκαν σε ένα κουτί και ξεχάστηκαν.
Οι φωτογραφίες στο βιβλίο που ακολουθούν προέρχονται από εκείνο το κουτί, το οποίο τώρα βρίσκεται, στο αρχείο μου με τίτλο «Greek Portfolio», στο Μουσείο Μπενάκη της Αθήνας, όπου ελπίζω να στεγαστεί τελικά ολόκληρο το αρχείο μου από αυτή τη μεγάλη εργασία».
«. . . Ευχαριστώ τους κατοίκους του πανέμορφου χωριού της Ολύμπου στην Κάρπαθο, που με ενέπνευσαν για πολλές φωτογραφίες».
«. . . Ταπεινή ευχή μου είναι οι φωτογραφίες μου από την ελληνική ύπαιθρο να αντέξουν στο χρόνο και να υπενθυμίζουν σε όλους τους Έλληνες τις ρίζες μας και τις αξίες που κουβαλάμε από τα χωριά των προγόνων μας».
1. Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του πατώντας εδώ: Κωνσταντίνος Μάνος
2. Δείτε σε βίντεο την ενδιαφέρουσα παρουσίαση του έργου του από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Μάνο στα Χανιά στις 25 Μαΐου 2013 πατώντας εδώ:
https://www.youtube.com/watch?v=4SA6O9al9m8
* Υπενθύμιση: οι φωτογραφίες που εμφανίζονται προέρχονται από τις σελίδες του MAGNUM PHOTOS στο οποίο ο Μάνος είναι μέλος .
«Μην τραβήξεις μια φωτογραφία που δείχνει απλά πως μοιάζει κάτι. Με τον τρόπο που θα συνθέσεις τα στοιχεία μιας εικόνας μέσα σε ένα κάδρο, δείξε μας κάτι που δεν έχουμε δει ποτέ πριν, και δεν θα δούμε ποτέ ξανά ».
Κων/νος Μάνος
Με αφορμή την παρουσίαση της έκθεσης “A Greek Portfolio, 50 χρόνια μετά” είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε με τον σπουδαίο έλληνα φωτογράφο Κωνσταντίνο Μάνο. Ο Κωνσταντίνος Μάνος είναι μέλος του διεθνούς πρακτορείου Magnum Photos. Έργα του φιλοξενούνται στην μόνιμη συλλογή του MOMA, ενώ θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους φωτογράφους του 20ου αιώνα.
Το έργο σας “A Greek Portfolio” καλλιτεχνικά θεωρείται ένα πολύ ώριμο έργο, και όμως εσείς το δημιουργήσατε στα 28. Ηλικία μικρή για κάποιον φωτογράφο πόσο μάλλον αυτοδίδακτο. Πώς το καταφέρατε αυτό;
Ήμουν 28 χρονών όταν το δούλευα, αλλά δούλευα από πολύ μικρός. Ήμουν 13 χρονών όταν πρωτοπήγα στην φωτογραφική λέσχη, συνεπώς δεν νομίζω ότι ήμουν πολύ νέος. Δεν πιστεύω ότι πρέπει να είσαι σε κάποια ηλικία για να τραβήξεις μια καλή φωτογραφία. Υπάρχουν παιδιά 15 χρονών που παίζουν βιολί σε συμφωνικές ορχήστρες, και το βιολί πιστέψτε με είναι πολύ πιο δύσκολο από την φωτογραφική μηχανή. Το θέμα της ηλικίας δεν το καταλαβαίνω, άρχισα μικρός, δούλεψα σκληρά και συστηματικά, δεν είχα κακές επιρροές και έκανα αυτό που μου βγήκε φυσικά. Πριν από το “A Greek Portfolio” είχα κάνει ένα φωτογραφικό λεύκωμα για την Συμφωνική Ορχήστρα. Νομίζω ότι ήμουν αρκετά ώριμος, είχα δουλέψει αρκετά σαν φωτογράφος, είχα μάθει την τέχνη μου, και παρότι ήταν πιο δύσκολο από ότι είναι τώρα δεν πιστεύω ότι έκανα κάτι ξεχωριστό.
Με ποιο τρόπο φωτογραφίζετε τα θέματά σας;
Πάντα προσπαθώ να είμαι πολύ κοντά στο θέμα μου. Χρησιμοποιώ ευρυγώνιο φακό 35mm σε fullframe μηχανή και συνήθως το θέμα μου είναι στα 2-3 μέτρα. Προσπαθώ να μένω απαρατήρητος, να είμαι φυσικό μέρος της σκηνής ώστε οι άνθρωποι εκεί απλά να συνεχίζουν να κάνουν αυτό που έκαναν. Σε καμία λήψη μου οι πρωταγωνιστές δεν κοιτάνε τον φακό. Αν έχω λήψη με άνθρωπο που κοιτάει τον φακό συνήθως την πετάω. Φωτογραφίζω μία στιγμή που δεν πρόκειται να επαναληφθεί ποτέ.
Ποιες ήταν οι επιρροές σας και ποια ήταν η πηγή της έμπνευσή σας;
Είμαι πάρα πολύ επηρεασμένος από τον μεγάλο φωτογράφο Henry Cartier-Bresson. Τον είχα μελετήσει πολύ, τα βιβλία του, τις εικόνες του, είχα διαβάσει για τον τρόπο που δούλευε, έμαθα τι μηχανή χρησιμοποιούσε και τι είδους φιλμ. Θυμάμαι δούλευα για μια περίοδο όπου πουλούσα την μία φωτογραφία 2$ για να μαζέψω χρήματα να αγοράσω μια Leica, ακόμα, τότε στην Αμερική το μόνο φιλμ που έβρισκες ήταν Kodakκαι για να βρω το φιλμ της Ilford που χρησιμοποιούσε ο Cartier-Bresson το είχα παραγγείλει από την Νέα Υόρκη. Ο Cartier-Bresson ήταν η μεγάλη μου επιρροή. Στην ζωή μου εμπνέομαι από την μουσική. Αγαπώ την κλασσική μουσική, παίζω φλάουτο. Μάλιστα έπαιζα και με την συμφωνική ορχήστρα του πανεπιστημίου, αλλά ήμουν πολύ κακός μπροστά στο κοινό, έτσι προτίμησα να γίνω εγώ ο παρατηρητής και όχι το θέαμα.
Το “A Greek Portfolio” παρομοιάζεται συχνά με το έργο του Eugene Smith “To Ισπανικό χωριό”, το γνωρίζετε; Διακρίνετε κοινά σημεία ή διαφορές;
Φυσικά και το γνωρίζω, μάλιστα την είχα δει αυτήν την δουλειά πριν επισκεφτώ την Ελλάδα για το “AGP”. Ο Eugene Smith ήταν ο δεύτερος μεγάλος μου μέντορας, μετά τον Cartier-Bresson, όχι μόνο για την ματιά του στην φωτογραφία αλλά και για τα τυπώματά του, την τεχνική. Ο Eugene Smith ήταν εξαιρετικός τεχνικά, γνώριζε πολύ καλά τα μυστικά του σκοτεινού θαλάμου ενώ ο Cartier-Bresson δεν είχε μπει ποτέ σε σκοτεινό θάλαμο. Φυσικά και έχω επηρεαστεί από την δουλειά του, αλλά θεωρώ ότι η δουλειά μου στο “AGP” είναι πιο φυσική, νατουραλιστική, και λίγο πιο ελαφριά. Ο Eugene Smith έχει ένα ύφος αρκετά πιο βαρύ και σοβαρό. Επίσης η δουλεία μου στο AGPείναι πολύ μεγαλύτερη γιατί γύρισα όλη την Ελλάδα για δύο χρόνια και τράβηξα εκατοντάδες φωτογραφίες , ενώ ο Eugene Smith επικεντρώθηκε σε ένα μόνο χωριό της Ισπανίας και ουσιαστικά έκανε μια δουλειά που έπρεπε να παραδώσει σε ένα περιοδικό, πράγμα που το κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό.
Έχετε ασχοληθεί και με την εμπορική φωτογραφία. Πώς λειτούργησε αυτό, κάνατε ποτέ δουλειές που δεν σας ικανοποίησαν εικαστικά;
Ο κάθε καλλιτέχνης πρέπει με κάποιο τρόπο να βγάλει τα προς το ζην, να επιβιώσει. Έχω κάνει εμπορικές δουλειές με στόχο φυσικά το οικονομικό όφελος. Πάντα όταν έκανα κάποια δουλειά για έναν πελάτη ο στόχος μου ήταν να εξυπηρετήσω τις ανάγκες του. Όταν πληρώνομαι για μία δουλειά σαν επαγγελματίας δίνω πίσω αυτό που εξυπηρετεί τον πελάτη, αυτό που εξυπηρετεί τον στόχο του, της ανάγκες του, το προϊόν του. Έχω κάνει αρκετές δουλειές για περιοδικά, για εταιρίες, διαφημιστικά. Έχω κάνει αρκετά time-lifebooks, έχω φωτογραφίσει την Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις, αλλά έχω κάνει και βιβλία κηπουρικής, μαγειρικής κ.α. Είμαι επαγγελματίας φωτογράφος, αλλά η δουλειά μου στο AGP είναι προσωπική, δεν έχει να κάνει με κανένα προϊόν ή με το να βγάλω χρήματα, είναι κάτι πιο προσωπικό. Παρόλα αυτά δούλεψα εμπορικά σαν επαγγελματίας και το έκανα καλά αυτό.
Μιλώντας για εμπορική φωτογραφία, ζούμε μια νέα εποχή για την φωτογραφία που πέρα από την ψηφιακή φωτογραφία πλέον και τα περιοδικά γίνονται ψηφιακά. Πώς επηρεάζει αυτό τον χώρο;
Πράγματι είναι μια νέα εποχή μπροστά μας και μάλιστα πολύ ενδιαφέρουσα. Πιστεύω ότι με την ψηφιακή φωτογραφία οι δυνατότητες είναι ατελείωτες, μπορείς να κάνεις ό,τι θες. Μπορείς για παράδειγμα να κάνεις μια φωτογραφία να δείχνει ίδια με μία που τράβηξα με φιλμ πριν από 50 χρόνια. Μπορείς να τυπώσεις μία λήψη με φοβερά λευκά και μαύρα, να βάλεις κόκκο, να κάνεις τα πάντα, αρκεί φυσικά να ξέρεις τι κάνεις και να ξέρεις ακριβώς τι θες. Νομίζω ότι είναι σημαντικό να έχεις την εμπειρία του σκοτεινού θαλάμου ώστε να γνωρίζεις τις βασικές τεχνικές, να ξέρεις πως αντιδρούν τα χημικά, τα χαρτιά ώστε να μπορείς να τα κάνεις και ψηφιακά. Οι βασικές τεχνικές είναι πολύ σημαντικές. Εγώ μπήκα στον σκοτεινό θάλαμο πολύ μικρός, και έμαθα καλά τα βασικά, πώς να αναδεύω τα χημικά, τις σωστές θερμοκρασίες τους, να χρησιμοποιώ καθαρό νερό κλπ, και έχω ακόμα τυπώματα που είναι 50 χρόνων και είναι σαν να τυπώθηκαν εχθές, δεν έχουν καν κιτρινίσει. Πιστεύω ότι ο κόσμος της ψηφιακής φωτογραφίας είναι φοβερός, εγώ πλέον δουλεύω ψηφιακά, τυπώνω ψηφιακά με inject εκτυπωτή και η ποιότητα του αποτελέσματος είναι εξαιρετική. Δεν πιστεύω ότι μια φωτογραφία υπάρχει αν δεν τυπωθεί σε χαρτί, αν δεν γίνει φυσικό αντικείμενο. Μια ψηφιακή φωτογραφία απλά υπάρχει στον αέρα, είναι κάτι που θα εξαφανιστεί, στο βάθος ενός σκληρού δίσκου, δεν είναι κάτι που θα μείνει σε ένα κουτί για 200 χρόνια.. Η ψηφιακή φωτογραφία δεν είναι κάτι μόνιμο και διαχρονικό όπως η αναλογική που είναι σε χαρτί.
Φωτογραφίσατε τα Ελληνικά χωριά σε μια περίοδο μεγάλης φτώχειας, ανασφάλειας, και πολιτικής αστάθειας. Σήμερα η κατάσταση στην Ελλάδα έχει πολλά κοινά με τότε, εσείς βρίσκεται κοινά σημεία ή διαφορές; Η νοοτροπία των Ελλήνων έχει αλλάξει από τότε;
Αν άνηκα στην εργατική τάξη του σήμερα στην Αθήνα, θα προτιμούσα να είμαι στο χωριό πριν από πενήντα χρόνια. Στο χωριό τότε οι άνθρωποι είχαν φαγητό, σπίτι και ασφάλεια. Μπορεί να μην είχαν ανέσεις αλλά είχαν τις ελιές τους, τα χωράφια, τα ζώα τους. Είχαν άγρια χόρτα! Οι Έλληνες στα χωριά επιβίωσαν έναν παγκόσμιο πόλεμο και έναν εμφύλιο χάρη σε αυτά. Επίσης τότε στα χωριά είχαν κοινωνική ζωή, μεγάλες οικογένειες, γιορτές, τα όργανα, την μουσική τους, έφτιαχναν τα ρούχα τους…Με άλλα λόγια τότε είχαν μια απλή αλλά ευτυχισμένη ζωή.
Σε ότι αφορά στο σήμερα, νομίζω ότι οι σύγχρονοι Έλληνες έχουν λίγο από το χωριό στην ψυχή τους. Νομίζω ότι όπως επιβίωσαν οι άνθρωποι τότε, με περηφάνια, έτσι θα γίνει και τώρα, αρκεί να μην ξεχάσουμε το χωριό που έχουμε μέσα μας. Το «χωριό» είναι βαθιά ριζωμένο μέσα στην κουλτούρα μας, η Αθήνα τον καιρό της επανάστασης είχε περίπου 7.000 κατοίκους, άρα όλοι είμαστε χωριάτες κατά μία έννοια, το έχουμε μέσα μας και αυτό είναι σημαντικό.
Πριν είπατε ότι όταν φωτογραφίζουμε πρέπει να εκμεταλλευόμαστε όλο το κάδρο. Να βάζουμε και να χρησιμοποιούμε στοιχεία σε όλο το κάδρο. Αυτό όμως δεν «φορτώνει» πληροφορία αφαιρώντας από τον λυρισμό μιας εικόνας;
Μια ποιητική εικόνα είναι γεμάτη με πληροφορία, πιστεύω ότι το ποιο σημαντικό κομμάτι ενός κάδρου είναι όλο το κάδρο. Όταν βλέπεις από το σκόπευτρο της μηχανής νομίζεις ότι το σημαντικό με το θέμα σου είναι στο κέντρο του κάδρου, αλλά όχι, είναι όλο το κάδρο. Έχουμε γεννηθεί με κεντρική όραση και πρέπει να εκπαιδευτούμε στην περιφερειακή όραση ώστε η εικόνα μας να είναι γεμάτη, να ξέρουμε τι γίνεται γύρω από το θέμα μας. Στην Ελλάδα το τοπίο είναι υπέροχο και λειτουργεί από μόνο του σαν πίνακας, ειδικά στην ύπαιθρο. Παρόλα αυτά δεν είναι εύκολο, χρειάζεται πολύ εξάσκηση. Πρέπει να είσαι γρήγορος και να χειρίζεσαι την μηχανή όπως ο βιολιστής κουνάει το βιολί. Είναι θέμα εμπειρίας.
Τι πιστεύετε για την Ελληνική σύγχρονη φωτογραφία; Υπάρχουν καλοί φωτογράφοι στην Ελλάδα και πώς ξεχωρίζει ένα καλός φωτογράφος;
Πιστεύω ότι στην Ελλάδα αυτήν την στιγμή υπάρχουν πολλοί και καλοί φωτογράφοι, που στο παρελθόν δεν υπήρχαν. Νέοι επαγγελματίες που είναι σοβαροί, έξυπνοι και δουλεύουν σκληρά. Όταν ήμουν εδώ πριν από πολλά χρόνια κανείς δεν φωτογράφιζε. Τώρα, βέβαια είναι πιο εύκολο, μπορείς να τραβήξεις φωτογραφίες ακόμα και με το κινητό σου…
Το άλλο σημαντικό είναι ότι με τις ψηφιακές ευκολίες μπορούμε να πλέον να κάνουμε τεράστιες εκτυπώσεις οπότε υπάρχει ανάγκη για επαγγελματίες αφού υπάρχουν και περισσότερες χρήσεις. Πέρα όμως από την εμπορική φωτογραφία υπάρχουν ακόμα άνθρωποι σαν κι εμένα που φωτογραφίζουν κάτι όμορφο, πολύπλοκο και ποιητικό αντί για ένα τοπίο που έχουμε όλοι δει.
Πιστεύω ότι κάθε φωτογράφος πρέπει να φωτογραφίζει πράγματα που αγαπάει και γνωρίζει. Ο καλός φωτογράφος δεν πρέπει να περιμένει να πάει στην Ινδία ή στην Κίνα ώστε να βρει ένα θέμα με ενδιαφέρον. Αν είσαι καλό φωτογράφος μπορείς να βρεις ένα θέμα οπουδήποτε. Τις καλύτερες φωτογραφίες σου μπορείς να τις τραβήξεις στην αυλή του σπιτιού σου.
Συνέντευξη στον Χάρη Καπλανίδη